Παρασκευή 11 Ιουλίου 2014

Ομιλία για την τροπολογία του ΣΥΡΙΖΑ για την "Τράπεζα θεμάτων"




«Θα πρέπει να αναθεωρήσετε τον τρόπο επέμβασης στο ευαίσθητο θέμα της παιδείας του λαού μας. Δεν θα πρέπει να επιτρέψουμε τη μετατροπή και των νεότερων μελών της κοινωνίας μας σε πειραματόζωα των αγορών. Έχουμε ανάγκη από παιδεία ανθρώπινων αξιών και όχι στείρων τραπεζών!»



«Κύριοι Υπουργοί, θα μιλήσω αποκλειστικά για την τροπολογία που καταθέσαμε με θέματα προαγωγής και απόρριψης των μαθητών του Γενικού και Επαγγελματικού Λυκείου. Χαίρομαι που είναι εδώ και ο κύριος Υφυπουργός Παιδείας.
Θα ξεκινήσω με μία γενική παραδοχή: Η εκπαίδευση δεν είναι μια διαδικασία ξεκομμένη από το σύνολο των σχέσεων που διέπουν την κοινωνία, την πολιτική και πολιτιστική ζωή ενός τόπου. Ίσα - ίσα οργανώνεται και αναπαράγει τους ρόλους και τα πρότυπα, είτε είναι οικονομικά είτε είναι κοινωνικά είτε είναι εργασιακά είτε είναι πολιτικά είτε είναι πολιτισμικά, που εξυπηρετούν κάθε φορά κυρίαρχους στόχους. Η εκπαίδευση από τη μεριά της, τουλάχιστον όσο της αναλογεί –και της αναλογεί αρκετά μεγάλο μερίδιο- οργανώνει και υλοποιεί ζητήματα όπως τι νέα γενιά θέλουμε, ποια η σχέση της με την εργασία και την παραγωγή, με τον πολιτισμό, με την παράδοση, με τη γνώση του κόσμου και την κοινωνική πράξη.


Επομένως, τα κυρίαρχα πρότυπα και οι αντιθέσεις αναπαράγονται στη σχολική ζωή. Οι διδακτικές μέθοδοι, οι υλικοτεχνικές συνθήκες, η οργάνωση του σχολικού χρόνου, η οργάνωση του ελεύθερου χρόνου, η αλληλεπίδραση των σχέσεων μαθητών-δασκάλων-γονιών και ξανά, εκφράζουν όχι μόνο τις υπάρχουσες κοινωνικές ανισότητες, αλλά δυστυχώς και τις εκπαιδευτικές, και ενίοτε τις διογκώνουν.
Παραδείγματος χάριν, η χρηματοδότηση. Πάντοτε η κρατική χρηματοδότηση στην Ελλάδα χαρακτηριζόταν ελλειμματική. Και σε σχέση με τις υπόλοιπες χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης, η Ελλάδα είναι το μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης με τις χαμηλότερες επενδύσεις στην παιδεία, πόσω μάλλον –σκεφτείτε- τώρα, με την κυριαρχία του στόχου της δημοσιονομικής σταθερότητας. Και η χρόνια υποχρηματοδότηση έχει θλιβερό αντίκτυπο σε διάφορα ζητήματα, σε διάφορα εκπαιδευτικά θέματα: στη σχολική στέγη, στο εκπαιδευτικό έργο, με διάφορες δυσλειτουργίες. Υπάρχουν καταργήσεις και συγχωνεύσεις σχολείων πάρα πολλές τον τελευταίο καιρό.
Εγώ ειλικρινά θέλω να ρωτήσω –μιας και είπατε ότι τελειώσατε ένα δημόσιο σχολείο, όπως κι εγώ και φαντάζομαι πάρα πολλοί από εδώ μέσα- ξέρετε τι σημαίνει το κλείσιμο ενός απομακρυσμένου σχολείου, το οποίο κρίνεται αναποτελεσματικό; Ξέρετε με ποιον τρόπο αναγκάζονται αυτά τα παιδιά να πάνε στο επόμενο και στο επόμενο, όταν υπάρχει τέτοιο πρόβλημα οικονομικό, όταν υπάρχουν τεράστια προβλήματα στη μετακίνηση, όταν υπάρχουν τεράστια προβλήματα στο οδικό δίκτυο;
Υπάρχουν διαθεσιμότητες, υπάρχουν άλλα προβλήματα στην εκπαιδευτική διαδικασία. Με μία απλή μελέτη στατιστικών στοιχείων –και μπορούμε να επικαλεστούμε πολλές- εύκολα αντιλαμβανόμαστε τις εκπαιδευτικές ανισότητες και αν και όλοι ευαγγελιζόμαστε ή τουλάχιστον το εκπαιδευτικό ζήτημα και όσοι το φτιάχνουν ευαγγελίζονται την ισότητα, εγώ θα σας πω, όπως λέει και ένας πολύ γνωστός στοχαστής, ότι «Η τυπική ισότητα ευνοεί τους ευνοημένους και αδικεί τους αδικημένους».
Ας πάμε λίγο στο παράδειγμα της Τράπεζας Θεμάτων.  Διερωτάστε γιατί επικαλούμαστε συνεχώς το παράδειγμα της Τράπεζας Θεμάτων και γιατί επιμένουμε συνέχεια στην Τράπεζα Θεμάτων. Θα αναφέρω κάτι. Η τελευταία μελέτη του ΟΟΣΑ μάς λέει ότι η Τράπεζα Θεμάτων εντάσσεται στην ανάπτυξη συστήματος τυποποιημένης αξιολόγησης και στην Ελλάδα, ενός συστήματος όπου οι λεγόμενες επιδόσεις των μαθητών σε πρότυπα τεστ θα αποτελούν μέτρα επίδοσης των σχολείων και των εκπαιδευτικών. Θα μου πείτε: Δηλαδή αυτό είναι παράλογο; Εκ πρώτης όψεως και αν όλα ήταν δομημένα με έναν ισότιμο τρόπο, μπορεί και να μην ήταν παράλογο. Στη συγκεκριμένη, όμως, περίπτωση, τη δική μας περίπτωση, την περίπτωση δηλαδή της Ελλάδας, του δικού μας εκπαιδευτικού συστήματος και των συνθηκών που βιώνει η χώρα μας, είναι τουλάχιστον απαράδεκτο.
Πάμε τώρα λίγο στην Τράπεζα Θεμάτων. Εδώ πέρα μας ρωτήσατε γιατί έχουμε τέτοιο πρόβλημα. Εμείς θα σας πούμε γιατί την αποτιμούμε αρνητικά, πέραν της σχολικής αποτυχίας, η οποία θα φέρει και διαρροή των μαθητών από τα σχολεία. Όμως εγώ ειλικρινά θα ήθελα να μου πείτε ποιο είναι το θετικό. Και θέλω να το ρωτήσω αυτό: ποιο είναι το θετικό, γιατί υπάρχει θετική αποτίμηση;
Κατ’ αρχήν, πρώτο σημείο για την Τράπεζα των Θεμάτων: Μόλις τρεις μέρες πριν την έναρξη των σχολικών εξετάσεων έγινε γνωστή η Τράπεζα Θεμάτων, τρεις μέρες πριν αρχίσουν οι εξετάσεις. Το Υπουργείο Παιδείας, κατά την άποψή μας, στην προσπάθειά του να ξεμπερδεύει γρήγορα με τους μαθητές, δημοσιοποίησε την Τράπεζα Θεμάτων με πρωτοφανή προχειρότητα, την ώρα που οι μαθητές έκαναν μία αγωνιώδη προσπάθεια για τη μελλοντική τους εισαγωγή στην Τριτοβάθμια Εκπαίδευση. Τα παιδιά διαγωνίστηκαν σε δύο θέματα: ένα από την Τράπεζα Θεμάτων και ένα άλλο, που ήταν επιλογή των εκπαιδευτικών -ενδοσχολικές εξετάσεις, όπως παλιά. Χρησιμοποιήθηκε από το Υπουργείο ο όρος «της ίδιας βαρύτητας». Όμως, όσοι ασχολούνται με την εκπαίδευση γνωρίζουν καλά ότι αρκεί μία διαφορετική διατύπωση ή διαφορετικές πράξεις για κάποια άσκηση ή για οποιοδήποτε θέμα για να αλλάξουν το επίπεδο δυσκολίας ενός θέματος. Άρα, εκ των πραγμάτων, τα παιδιά διαγωνίζονται σε διαφορετικής βαρύτητας θέματα για την εισαγωγή τους στην ίδια σχολή.
Μπορούμε να φέρουμε πολλά παραδείγματα, όπως στο μάθημα της Φυσικής ή στο μάθημα της Χημείας όπου ήταν πάνω από τριακόσια θέματα και προκλήθηκε σύγχυση και τρόμος στους μαθητές, λόγω του όγκου. Τα θέματα όχι απλώς δεν μπορούσαν να λυθούν, αλλά δεν μπορούσαν ούτε καν να ιδωθούν. Η εκπαιδευτική κοινότητα είχε επισημάνει τα προβλήματα που θα δημιουργούνταν και είχε προτείνει τουλάχιστον την πιλοτική εφαρμογή του συγκεκριμένου μέτρου εξέτασης για την περίοδο τουλάχιστον που θα διανύαμε.
Ωστόσο, επιμένατε -και επιμένετε και σήμερα- στην άμεση και πλήρη εφαρμογή του νόμου, αδιαφορώντας για τα πολύ σοβαρά προβλήματα που έχουν εγερθεί. Κάποια από αυτά τα προβλήματα είναι τα εξής: Τα θέματα αυτά από ποιον ελέγχθηκαν; Εμείς λέμε –και όχι μόνον εμείς, όχι μόνο ο ΣΥΡΙΖΑ- η εκπαιδευτική κοινότητα λέει ότι δεν ελέγχθηκαν από κανέναν. Δημοσιοποιήθηκαν τη Δευτέρα 26 Μαΐου.



(SS)

Στα σχολεία, ως γνωστόν, αυτήν την περίοδο δεν γινόταν μάθημα και οι καθηγητές του σχολείου δεν ήταν δυνατόν να βοηθήσουν στην επίλυση των θεμάτων ή στην επίλυση κάποιων αποριών που θα γεννιούνταν σίγουρα από τα θέματα.
Επίσης, οι μαθητές των δυσπρόσιτων περιοχών της χώρας μας, που κάποιοι –σημειωτέον- ακόμη και σήμερα δυστυχώς δεν έχουν πρόσβαση στο διαδίκτυο, δεν μπόρεσαν να αποκτήσουν πρόσβαση στη συγκεκριμένη Τράπεζα παραμονές των εξετάσεών τους. Κατά τα άλλα πήγαιναν να διαγωνιστούν σε γνωστά θέματα!
Το Υπουργείο είχε αναγγείλει το άνοιγμα της Τράπεζας δέκα μέρες –τουλάχιστον- πριν από τις εξετάσεις. Αυτό δεν έγινε εφικτό.
Δεύτερον, τα θέματα που εμπεριέχονται στην Τράπεζα Θεμάτων ήταν υψηλού βαθμού δυσκολίας σε σχέση με τις προηγούμενες ενδοσχολικού χαρακτήρα εξετάσεις. Πέρα από τη δυσκολία τους, ήταν και εξεζητημένα και κακοδιατυπωμένα και προχειροφτιαγμένα θέματα, με πολλές ασάφειες στις εκφωνήσεις. Ήταν θέματα που δεν ανταποκρίνονταν στο επίπεδο των σχολικών βιβλίων. Ήταν θέματα που δεν ανταποκρίνονταν στη φιλοσοφία των αναλυτικών προγραμμάτων και θέματα, που από τη μια η κλήρωση και η ανομοιομορφία τους κατοχυρώνει την απόλυτη τυχαιότητα στο ποιος μαθητής θα πάρει ή όχι καλό βαθμό σε οποιοδήποτε  μάθημα.
Τρίτο σημαντικό ζήτημα είναι ο τρόπος βαθμολόγησης.  Έως τώρα στις πανελλαδικές εξετάσεις, για να προστατευτεί η αξιοπιστία της βαθμολόγησης από τυχόν προσωπικές συμπάθειες, αντιπάθειες κ.λπ., αλλά και από άλλες τυχούσες οικογενειακές σχέσεις, τα ονόματα των παιδιών καλύπτονταν και στέλνονταν σε διαφορετικές πόλεις, για να βαθμολογηθούν. Τώρα απλώς τα διορθώνει ο εκπαιδευτικός της τάξης, με αποτέλεσμα να μπορούν να θεωρηθούν αναξιόπιστα έως έναν βαθμό τα αποτελέσματα.
Άλλο σημείο, επίσης, σημαντικό. Πολλά σχολεία στο μέσο της σχολικής χρονιάς είχαν τεράστια κενά καθηγητών. Η υποστελέχωση ειπώθηκε και από άλλους συναδέλφους.  Σε μερικές περιοχές αυτά τα κενά δεν καλύφθηκαν ποτέ και κάποια –τα υπόλοιπα- καλύφθηκαν την τελευταία στιγμή από αναπληρωτές, οι οποίοι «έτρεχαν» την ύλη, για να τελειώσουν εντός του σχολικού χρονοδιαγράμματος, με αποτέλεσμα ποτέ να μη γίνει σωστή εμπέδωση.
(Στο σημείο αυτό κτυπάει το κουδούνι λήξεως του χρόνου ομιλίας της κυρίας Βουλευτού)
Θα χρειαστώ για ένα λεπτό την ανοχή σας, κύριε Πρόεδρε.
Είναι απ’ όλα αυτά προφανές ότι το Υπουργείο δεν αντιμετώπισε σοβαρά αυτές τις κρίσιμες εξετάσεις για το μέλλον των παιδιών, γιατί δεν θα καλούσε στο τέλος του Απρίλη, δηλαδή στις 29 Απρίλη, την επιστημονική κοινότητα να στείλει θέματα για τη δημιουργία Τράπεζας Θεμάτων, ενώ ήταν δεδομένο πως ο χρόνος που απομένει ήταν τόσο λίγος.
Επίσης, πρέπει να πούμε ότι το πλέον προκλητικό από τη μεριά του Υπουργείου είναι η εκφραζόμενη θέση του ότι η Τράπεζα Θεμάτων ενοποιεί τη σχολική ύλη και εξασφαλίζει την αξιοκρατία όσον αφορά στην αξιολόγηση των μαθητών. Στην πραγματικότητα μεγεθύνει τις ανισότητες στη σχολική κοινότητα, αφού αποκλείει και εκπαραθυρώνει κυριολεκτικά τους μαθητές του τελευταίου θρανίου, που είναι παιδιά φτωχών οικογενειών και αδυνατούν να πληρώσουν φροντιστήρια για να ενισχύσουν τις γνώσεις τους και να ανταποκριθούν σε θέματα τέτοιας δυσκολίας.
Θέλω, λοιπόν, να ακούσω  ποια είναι τα θετικά της Τράπεζας Θεμάτων. Και να σας πω κάτι; Δεν είναι ότι υιοθετούμε ό,τι εκφράζει η ΟΛΜΕ. Κατ’ αρχάς, η ΟΛΜΕ είναι ο εκπαιδευτικός κλάδος και πρέπει να την ακούσουμε, ακόμη και εάν δεν συμφωνούμε σε όλα. Αυτό θα το σκεφθούμε.
Τελειώνοντας, θα πω το εξής:  Εμείς έχουμε μία τροπολογία, η οποία υποστηρίχθηκε και από τη συνάδελφο κ. Θεανώ Φωτίου,  βάζοντας ουσιαστικά τρία σημεία. Θα ήθελα να πω και εγώ ότι είναι πάρα πολύ σημαντικό να τη δεχθείτε. Κυρίως είναι σημαντικό να αλλάξει αυτός ο τρόπος εισαγωγής και προαγωγής και κυρίως να μην επιμείνετε στο να θεωρηθεί ότι ο βαθμός της Α΄ Λυκείου θα πρέπει να είναι βαθμός ο οποίος θα συνυπολογιστεί στις εισαγωγικές για την εισαγωγή των παιδιών στα πανεπιστήμια.
Θα πω εδώ ότι θα πρέπει κυρίως να δούμε το εξής: Η εκπαιδευτική διαδικασία, το δημόσιο σχολείο και η Πολιτεία θα πρέπει να βοηθούν στην άμβλυνση και όχι στη μεγέθυνση των ανισοτήτων. Αναλαμβάνοντας, λοιπόν, έστω και τώρα, την ύστατη στιγμή, τις παιδαγωγικές σας ευθύνες, θα πρέπει αυτήν την Τράπεζα Θεμάτων οπωσδήποτε να την αποσύρετε. Θα πρέπει να αναθεωρήσετε τον τρόπο επέμβασης στο ευαίσθητο θέμα της παιδείας του λαού μας. Δεν θα πρέπει να επιτρέψουμε τη μετατροπή και των νεότερων μελών της κοινωνίας μας σε πειραματόζωα των αγορών. Έχουμε ανάγκη από παιδεία ανθρώπινων αξιών και όχι στείρων τραπεζών!»